Το 81% των γυναικών έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση ή ακόμα και επίθεση σύμφωνα με μια έρευνα.



Στη χρονιά του ελληνικού #metoo, δεν σταματάμε να εκπλησσόμαστε από τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης που έρχονται στο φως. Μάλιστα μια έρευνα -παρότι δεν αφορά ελληνικά δεδομένα- έδειξε ότι το 81% των γυναικών έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση ή ακόμα και επίθεση. Πώς θα υποστηρίξουμε όμως μια φίλη που μας εκμυστηρεύεται ένα τέτοιο περιστατικό, με ευαισθησία και διακριτικότητα; Συγκεντρώσαμε τις συμβουλές που έδωσαν οι ειδικοί σε άρθρο στο Popsugar.com

-Χρησιμοποιούμε το «εμείς» αντί για το «εσύ» όπου μπορούμε. Μια τέτοια εμπειρία κάνει το θύμα να νιώθει μοναξιά, αλλά χρησιμοποιώντας φράσεις όπως «θα το ξεπεράσουμε μαζί» ή «είμαστε ασφαλείς τώρα» θα του δείξουμε ότι θα το υποστηρίξουμε όπως ακριβώς το έχει ανάγκη, σύμφωνα με την ψυχολόγο Kίτα Κάρτερ.

-Δεν πιέζουμε το θύμα να το διαχειριστεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Η κλινική ψυχολόγος Δρ Ελίζαμπεθ Τζέγκλιτς εξηγεί ότι κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει διαφορετικά αυτή την τραυματική εμπειρία: «Κάποιοι θέλουν να αναλάβουν δράση και να αναζητήσουν θεραπεία και υποστήριξη, ενώ άλλοι δεν είναι ακόμα έτοιμοι. Τους λέμε λοιπόν ότι θα είμαστε εδώ γι’ αυτούς, για να τους βοηθήσουμε όποτε νιώσουν έτοιμοι».

-Δεν υποτιμάμε ό,τι πέρασε και ποτέ μα ποτέ δεν της επιρρίπτουμε ευθύνες. Ένας λόγος που διστάζουν κάποια θύματα να μοιραστούν την εμπειρία τους, σύμφωνα με την ψυχοθεραπεύτρια Τζέσιμα Πόφαμ, είναι γιατί φοβούνται ότι κάποιοι θα αμφισβητήσουν την ειλικρίνειά τους ή θα υποτιμήσουν τη σοβαρότητα του περιστατικού. Το καλύτερο λοιπόν που μπορούμε να κάνουμε είναι να πούμε στη φίλη μας: «Λυπάμαι που έζησες κάτι τόσο άσχημο». Και φυσικά ποτέ δεν της επιρρίπτουμε ευθύνες: την αντιμετωπίζουμε, ξεκάθαρα, ως το θύμα.

-Προτιμάμε ερωτήσεις που μπορεί να απαντήσει με ένα «ναι» ή ένα «όχι». Ιδιαίτερα αν οι αναμνήσεις είναι ακόμα πολύ νωπές, το καλύτερο είναι να αποφύγουμε πιο γενικές ερωτήσεις όπως «πώς νιώθεις» γιατί μπορεί να έχει το περιστατικό ακόμα μπερδεμένο στο μυαλό της. Αρχίζουμε με απλές ερωτήσεις όπως: «Να έρθω από το σπίτι σου;», «Μήπως θέλεις ένα ποτήρι νερό;».

-Δείχνουμε κατανόηση χωρίς όμως να μιλάμε για τα δικά μας προβλήματα. Εκφράζουμε το ενδιαφέρον και τη συμπόνοια μας, αλλά αποφεύγουμε να μιλήσουμε για μια παρόμοια δική μας εμπειρία. «Το θέμα τώρα αφορά εκείνη και όχι εσάς. Κάποια άλλη στιγμή θα είναι πιο κατάλληλη για να της αφηγηθείτε τη δική σας εμπειρία, τώρα αφήστε τη να σας καθοδηγήσει προς τις ανάγκες της» όπως εξηγεί η Δρ. Τζέγκλιτς.

-Την ενθαρρύνουμε να απευθυνθεί σε ειδικό, αλλά χωρίς να επιμείνουμε. Η επαγγελματική βοήθεια είναι καθοριστικής βοήθειας, αλλά αν η φίλη μας δεν είναι ακόμα έτοιμη να απευθυνθεί σε ειδικό, δεν την πιέζουμε, γιατί αυτό θα μπορούσε να έχει αρνητική επίδραση στη διαδικασία της θεραπείας. «Αντί να πούμε “πρέπει να πας σε ψυχολόγο”, μπορούμε να σχολιάσουμε πως “ίσως σε βοηθήσει η ψυχοθεραπεία” ή “αυτές τις μέρες νομίζω ότι δυσκολεύεσαι να τα βγάλεις πέρα, έχεις σκεφτεί να μιλήσεις με κάποιον ειδικό;”» προτείνει η Δρ. Πόφαμ.

-Δεν την αγγίζουμε και δεν την αγκαλιάζουμε προτού μας δώσει το οκ. «Θυμηθείτε ότι κάποιος άλλος παραβίασε τα προσωπικά της όρια. Μη σπεύσετε λοιπόν να την αγκαλιάσετε. Ρωτήστε τη αν χρειάζεται μια αγκαλιά. Έτσι, της περνάτε ένα απλό μήνυμα: Είναι το δικό σου σώμα και δεν θα κάνω τίποτα με αυτό που δεν θέλεις» καταλήγει η Δρ. Κάρτερ.

Φωτογραφία: Gemma Chua-Tran / Unsplash

Πηγή