Όσοι νέοι και παλιοί καλλιτέχνες εκδίδουν έργα σε αυτήν την εποχή, πρέπει να ακολουθήσουν μια διαφορετική φόρμουλα. Η οποία αδιαφορεί για το αν είσαι «ο καλύτερος στο δωμάτιο» και απαιτεί να εντάξεις τη μουσική σε ένα συνολικότερο πακέτο...


Δεν. Όπως καθόλου. Η ιστορία της ζωής μου, τα τελευταία 10 και βάλε χρόνια. Κομμάτια που κόβουν κώλους, μπαντάρες με παιχταράδες από εγχώρια σούπεργκρουπ, μέχρι ευρωπαϊκά indie διαμαντάκια, παραγωγές που αφήνουν σαγόνια στο πάτωμα. Και όμως, το τελευταίο πράγμα που μετράει στη νέα εποχή της ψηφιακής προσαρμογής, είναι η μουσική και η δύναμή της. 

Είναι πλέον εντελώς διαφορετική η φόρμουλα την οποία πρέπει να ακολουθήσουν όσοι νέοι και παλιοί μουσικοί εκδίδουν έργα σε αυτήν την εποχή. Είναι φόρμουλα που επιβάλλει όχι απλά να είσαι «ο καλύτερος στο δωμάτιο» (βλ. "Highest Ιn The Room" –γεια σου μεγάλε Travis Scott), αλλά να έχεις και όλο το πακέτο. 

Ο Travis Scott χωρίζει λοιπόν από την Kendall Jenner, έχει νέο ντοκιμαντέρ στο Νetflix, δική του συνεργασία με την Air Jordan, δικό του live show που περιοδεύει ασταμάτητα, merchandise που αν δεν διαθέτεις τουλάχιστον 100 δολάρια για πέταμα δεν αγγίζεις καν· και φιγουράρει στη δεκάδα του Forbes με τους πιο πλούσιους ράπερ. Εσύ ή ο ράπερ που ακούς, πόσο καλός είναι (είσαι) στο να κάνει(ς) τόσα πράγματα ταυτόχρονα; Ή απλά ακούς και φτιάχνεις την καλύτερη μουσική, τελεία και παύλα. Αυτό, κάποτε έφτανε. Τώρα πια, όμως, δεν θυμάμαι καν τι λέει το "Εικοσάλεπτο" του Bloody Hawk, γιατί έχουν περάσει 2 εβδομάδες και 20 κομμάτια που έχω μοιράσει στα socials από τότε, τα οποία έχουν από μπόμπα video μέχρι τρελή παραγωγή ή βρήκαν τον ξεχωριστό τρόπο για να γίνουν viral. 

Και άσε τη ραπ κουλτούρα. Αν δεν συζητηθεί έστω και λίγο ο νέος δίσκος του Sturgill Simpson, ο οποίος πήγε την country στην κόλαση και την έφερε πίσω στην πένα, θα είναι άδικο. Γιατί όλα τα ραδιόφωνα με σωστές κεραίες ανά τον κόσμο τον συζητάνε και γιατί παρουσιάστηκε μέσα από ένα επικό 36άλεπτο φιλμ στο Netflix. 



Έτσι ναι, μάλλον κάνεις business στη μουσική το 2020. Εμείς, τι απ' όλα αυτά έχουμε; Μπρο, έχουμε την καλή μουσική που ανακαλύψαμε στα 1990s και οι ήρωές της μας συντροφεύουν και βγάζουν ακόμα και σήμερα φοβερούς δίσκους. Απαρα - Δεκτό. Υπόθεση Nick Cave. 

Δύο εβδομάδες τώρα, ο κόσμος περίμενε το νέο άλμπουμ του Nick Cave με τους Bad Seeds. Ο δίσκος βγήκε, ο Brian Eno της εποχής Apollo γέλασε, ο Cave κατέθεσε την ψυχούλα του, η εταιρεία του μάζεψε εκατομμύρια streams και κλικς (ναι, και πολλά δικά σου, αναγνώστη του Avopolis), τα μουσικά media διατήρησαν τα νούμερά τους και την έβγαλαν καθαρή. Άλλη μια μέρα στη δουλειά, δηλαδή, όμως κανείς –ακόμα– δεν ασχολήθηκε με τη μουσική.

 

Γιατί η μουσική (καλή ή κακή) δεν είναι προαπαιτούμενο, στο 2020. Είναι συμπλήρωμα στο πακέτο που πρέπει να περιλαμβάνει προσωπικότητα, πολλές και διαφορετικές ικανότητες, επιχειρηματικότητα, αισθητική, δημόσια εικόνα και κυρίως δημιουργικότητα. Ακόμα κι αν ο επόμενος σπουδαίος καλλιτέχνης της χώρας σερβίρει τον δίσκο του μέσω μαγειρικού σόου, δεν θα είναι αρκετό: ο Action Bronson τον έχει προλάβει ήδη. Αυτό για να γίνει κατανοητό ότι, όσο καλή μουσική κι αν βγάζει κάποιος, αν δεν στύψει τη δημιουργικότητα σε παγκόσμια, πρωτότυπα επίπεδα, μοιραία θα κάνει τον κύκλο των μετρίων. Single-δίσκος-video-πρεμιέρα-1000 κλικς-200 άτομα live-πάμε για το επόμενο. 

Και η διαφοροποίηση που αναφέρω θα πρέπει να πηγάζει από την ανάγκη για επιβίωση ή από την πώρωση για τη ζωή μέσα στη και γύρω από τη μουσική. Σε όποιον δηλαδή δεν φτάνει ο κύκλος single/live/video/studio, θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του. Και η λύση δεν είναι να γίνει μουσικός και μετά DJ σε τοπικό μπαρ. Ξέρω μια ντουζίνα από δαύτους, οι οποίοι έχουν μάλιστα μουσική καλύτερη από εκείνη που δίνει ο Κevin Parker στην Rihanna. Σίγουρα, όμως, δεν έχουν το προφίλ να την πουλήσουν ως τέτοια. Και δεν φταίει το σύστημα, φταίει ότι δεν ξέρουν πώς λειτουργεί. Κι έτσι η μουσική τους, που μπορεί όντως να μετράει, μένει σε κάποιους λίγους· και, συνήθως, μένει και ανολοκλήρωτη. 

* Eπέστρεψα στους 102,5 FM https://www.athensvoice.gr/radio με την εκπομπή Athens Incoming, κάθε Σάββατο και Κυριακή 6-8μμ. 
Αναμένουμε και την επιστροφή του https://www.avopolisradio.gr/  

Aκόμα και αν δεν με πετύχετε στα FM, στο https://justgazingathens.tumblr.com/ ανεβάζω τις playlists κάθε Δευτέρα και στην ATHENS INCOMING Spotify playlist ανανεώνω εβδομαδιαία τις προτιμήσεις μου. 

3 singles και 2 δίσκοι που ξεχωρίζουν από την πρώτη φουρνιά του Οκτώβρη 

1. Pablo Valentino - Space Tribe EP (Eureka!)

Η Eureka! εδρεύει στο Τόκιο, ο Pablo Valentino είναι Γάλλος και δεξί χέρι του Motor City Drum Ensemble και της ετικέτας του. Στο 5ο του ΕΡ, όσοι ξέρουν τον ήχο της τελευταίας περιμένουν και δικαιώνονται για αληθώς χειροποίητα deep house grooves, με τον ήχο μεταχειρισμένων synths και κλασικού πιάνου να οδηγούν τη μελωδική γραμμή στο single "Βananas".   

Το b-side "Inspiracao" έχει σπασμένο beat και είναι σχεδόν jazzy και φουλ ατμοσφαιρικό, ενώ ιδιαίτερη tribal χορευτική στιγμή αποτελεί και το 3ο κομμάτι του 12ιντσου "Space Tribe" με το δεξί χέρι του Gilles Peterson, Simbad, στη συμπαραγωγή. Το ροκάραμε λίγο νωρίτερα από την πρεμιέρα. Ακούτε δείγματα εδώ.

2. Franz Matthews & Local Suicide - Tutan Jamon / Meditation Remixes (Eskimo)

  

Το πακέτο με τους remixers για τον σχετικά νεοφερμένο στη χορευτική σκηνή του Βερολίνου Franz Matthews, είναι δελεαστικό. Ανοίγει με τον electro disco Don Manfredas, συνεχίζει με τους ladykillers Chaim & Ozart –οι οποίοι ρεμιξάρουν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο το "Tutan Jamon"– και κλείνει με τον δικό μας NΤΕΙΒΙΝΤ και τον The Oddness να πειράζουν το “Meditation". Νέα κυκλοφορία με αρκετό buzz στη γερμανική πρωτεύουσα, από τη βελγική Eskimo Recordings, δισκογραφική στέγη του NΤΕΙΒΙΝΤ. 



3. Craves feat. Ashe - Never Enough (Geffen)

Δέκα χρόνια πριν, η ιδέα ότι ένας Αθηναίος παραγωγός θα κυκλοφορεί ηλεκτρονική bedroom pop στην πολυεθνική Geffen, το label δηλαδή που κυκλοφόρησε το Nevermind των Nirvana, ίσως και να ήταν ανέκδοτο (btw, αν κάποιος βρει λινκ για το ντοκιμαντέρ τoυ David Geffen Inventing, ας με ενημερώσει).

  

Ο Craves έχει δουλέψει χρόνια πάνω στον ήχο του και το έχει κάνει διακριτικά και χωρίς τυμπανοκρουσίες. Η πορεία του σχετικά αναμενόμενη, όταν ξεκίνησε να συγκεντρώνει τα πρώτα εκατομμύρια streams μέσω των κυκλοφοριών του στη Majestic. Πόση ειρωνεία μπορεί αλήθεια να κρύβει το γεγονός ότι το label-όνειρο για εκατοντάδες κιθαριστικές μπάντες της χώρας μας, έχει πλέον στο ρόστερ του έναν από τους πιο ανερχόμενους electronic pop παραγωγούς, ο οποίος διατηρεί τη βάση του στην Αθήνα; 

Η απάντηση στο πωτς γκένεν, δεν είναι άλλη από τη μουσική. Ο Craves σκαρώνει αυτήν τη φρέσκια ποπ που απολαμβάνεις με τα μάτια κλειστά. Και στον κόσμο όπου οι playlists του Avopolis Radio θα μέτραγαν σε περισσότερα από χίλια άτομα, η μουσική και το ήθος του θα γίνονταν παράδειγμα προς μίμηση. 

https://open.spotify.com/album/0THhF1YCeEfFfozPqZq0ye?si=qccl2s0YRfSHGN4WuwhN9Q  

Album Time: 

1. Robert Glasper - Fuck Yo Feelings (Loma Vista)

Ξεκάθαρα φέτος, η Loma Vista δεν αστειεύεται. Aπό τη St. Vincent, τον Marilyn Manson και τους Ghost, μέχρι τον Denzel Curry, τον Common, τον Iggy Pop και τον Robert Glasper, η υπογραφή του καλιφορνέζικου label έχει βάρος σχεδόν σε κάθε κυκλοφορία. 

Από την άλλη, ο Robert Glasper με τα Grammy και Emmy βραβεία, είναι γνωστός στην πιάτσα για τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίον παντρεύει τις δύο μεγάλες του αγάπες –την jazz και το hip hop. To νέο του έπος Fuck Yo Felings κυκλοφόρησε την προηγούμενη βδομάδα (3 Οκτώβρη), την ίδια μέρα που ξεκίνησε το residency του στο θρυλικό Blue Note venue της Νέας Υόρκης, για έναν ολόκληρο μήνα. Αν είναι αλήθεια η πληροφορία του δελτίου Τύπου, ότι δηλαδή το εν λόγω άλμπουμ είναι αποτέλεσμα ενός διήμερου jam στο οποίο οι καλεσμένοι απλώς σταμάταγαν στο στούντιο του Glasper και αυτοσχεδίαζαν πάνω στα κομμάτια που είχε στήσει, το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό.

   

Kρατήστε την ανάσα σας, γιατί ο μεγάλος έκλεισε στο στούντιο ονόματα όπως οι Yasiin Bey (aka Mos Def), Herbie Hancock, Andra Day, YBN Cordae, Terrace Martin, Bilal, Buddy, Denzel Curry, Mick Jenicks. Και άφησε στα grooves τους Derrick Hodge (μπάσο) και Chris Dave (τύμπανα), έναν δηλαδή από τους 100 καλύτερους ντράμερ όλων των εποχών, σύμφωνα με το Rolling Stone. 

Το αποτέλεσμα, ειδικά αν σκεφτούμε ότι το Fuck Yo Felings ακολουθεί το Black Radio του 2013 (το οποίο σήκωσε το Grammy σαν Best R'n'B άλμπουμ), είναι σαν αυτούς τους απίστευτα καλοστημένους και καλοπαιγμένους δίσκους, τους οποίους δυσκολεύεσαι να καταλάβεις στις πρώτες δύο ακροάσεις. Επίσης, δύσκολα σου δίνει χιτ: άντε το “Gone" με YBN Cordae, Bilal & Herbie Hancock να παιχτεί σε specialist ραδιόφωνα. Αλλά η αίσθηση που σου αφήνει, ότι ακούς δηλαδή κάτι μεγαλύτερο από εκείνο που μπορείς να καταλάβεις, του δίνει βάρος αντίστοιχο με του Jimmy Lee –του φετινού δηλαδή άλμπουμ του Raphael Saadiq.

Βέβαια, ο ίδιος ο Glasper το καταχωρεί στα mixtapes του και αυτό είναι που του δίνει την ελευθερία να βρίσει και να αυτοσχεδιάσει ελεύθερα. Η jazz νοοτροπία είναι πανταχού παρούσα και τα NYC hip hop beats του σε φόρμα, είτε γκρουβάρουν στα 100bpm όπως το αλήτικο “This Changes Everything” (με τις συμμετοχές των Buddy, Denzel Curry & Τerrence Fixmer), είτε απλώνονται στον χώρο νωχελικά όπως το σέξι “Fuck Yo Feelings” με τη Yebba στα φωνητικά –πρόσφατα γνωστή μας από το “Don’t Leave Μe Lonely” του Mark Ronson. 

Tα τόσα ονόματα και οι αναφορές θα έπρεπε να σας έχουν ήδη πείσει ότι η επιστροφή του Robert Glasper είναι μία από αυτές που μπαίνουν στα βιβλία με τα καλύτερα. Αν πάλι όχι, αφήστε με να σας διαβεβαιώσω πως δύσκολα φέτος θα ακούσετε πιο βαθύ R'n'B με συμμετοχή του Herbie Hancock, δηλαδή με jazz παράλληλους και με τη δημιουργική ροή δίσκων όπως το Το Pimp A Buttefly του Kendrick Lamar. Ακούγοντάς το για 4η φορά, συνειδητοποιώ ότι σε μερικούς μουσικούς το ταλέντο μοιράστηκε απλόχερα· και, αφού πιάσουν το peak σημείο τους, όπως κάποιοι κορυφαίοι αθλητές, είναι σχεδόν αδύνατον να κάνουν λάθος. Σημειώστε, εντωμεταξύ –για να συνδεθούμε και με το εισαγωγικό τμήμα της στήλης– ότι μόλις κυκλοφόρησε και mini documentary για τον Robert Glasper. Έναν μουσικό τόσο φτασμένο, ώστε το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να τον απασχολεί είναι η επιπλέον δημοσιότητα. 

Essential.

https://hypebeast.com/2019/10/robert-glasper-fuck-yo-feelings-mixtape-album-stream 

2. Brittany Howard - Jaime (Sony Music)

Κοίτα να δεις που θα αποκτά όλο και μεγαλύτερη αξία η χειραψία μου με τη Howards στο Μπρούκλιν, τρεις Οκτώβρηδες πίσω, μετά από ένα live των Thunderbitch –του πρώτου project στο οποίο αφιερώθηκε μετά το μαζικό crossover των Alabama Shakes. Επίσης, όποιος έχει γράψει άρθρα τύπου «πώς η Brittany Howard κατάφερε να αφήσει στην άκρη τους Alabama και να κάνει μεγάλη, δική της καριέρα», έχει τη συμπάθειά μου. Γιατί αυτό είναι το ζουμί στο Jaime, το σόλο ντεμπούτο της ασταμάτητης Howard. Η οποία το σκέφτηκε, το ξανασκέφτηκε και προφανώς αποφάνθηκε ότι οι μελωδίες της και η φωνή της, αξίζουν καλύτερα.

Και όντως, αυτό το 8,6 του Pitchfork για μια φορά πιάνει τόπο. Στο Jaime βγάζει ψυχή, δείχνει ότι ξέρει να γράφει τραγούδια (βλ. "Georgia"), στίχους και ρεφρέν με δύναμη: «Ι just want Georgia to notice me», λέει, αναφερόμενη τόσο στη μεγάλη πόλη δίπλα από την Αθήνα της Αlabama όπου γεννήθηκε, όσο και στην κοπέλα που ήταν ο εφηβικός της έρωτας ενώ συνειδητοποιούσε τη gay φύση της. Ναι, είναι στιχουργικά τόσο εξομολογητικό και άλλο τόσο μουσικά ενδιαφέρον το ντεμπούτο μίας τραγουδοποιού της οποίας ξέραμε για σχεδόν μια δεκαετία τη δυναμική, αλλά έρχεται εδώ να εισπράξει αυτά που όλοι ήλπιζαν ότι μπορεί να αξίζει.  

Η φωνή της, ξεχωριστή: αξία μοναδική πάνω στην ενορχήστρωση τραγουδιών τα οποία καλύπτουν σχεδόν όλες τις φόρμες που έδωσαν παγκόσμια δύναμη στη μουσική παράδοση της Αμερικής. Από soul μέχρι rock και από blues νανουρίσματα (βλ. "Short And Sweet", όπου ερμηνεύει πιο κοντά στη Nina Simone από κάθε άλλη soul/jazz ντίβα των ημερών μας) μέχρι hip hop και R'n'B grooves όπως το “Ηe Loves Me” ή το εναρκτήριο “Ηistory Repeats”, όπου κλωτσάει στα αχαμνά τον αμερικάνικο νεοφασισμό και τον καθωσπρεπισμό.

Σαν από γύρισμα της τύχης, μάλιστα, τα πλήκτρα και τα πιάνα του Jaime (που είναι το όνομα της αδικοχαμένης μικρότερης αδερφής της Howard) είναι παιγμένα από τον Robert Glasper, ο οποίος σίγουρα φρόντισε και για τον όποιον gospel, jazzy προσανατολισμό. Ζούμε ξεκάθαρα σε νέα εποχή για τις γυναίκες δημιουργούς και δίσκοι όπως το Jaime οδηγούν την κούρσα με τα ολοκληρωμένα άλμπουμ, των οποίων το ύφος, η παραγωγή και το επίπεδο του songwriting μπορούν να γίνουν φάροι για την επόμενη γενιά. 

Το Jaime ακούγεται και φαίνεται απλό στη σύλληψη, γεμάτο σε ερμηνείες και ενορχηστρώσεις, παραδειγματικό στην παραγωγή και απολαυστικό στη ροή του. Επιτέλους, η φωνή και η προσωπικότητα της Howard παίρνουν τη θέση που πραγματικά αξίζουν στη νέα μουσική εποχή. Η δε περσόνα της, φαντάζει ικανή να ηγηθεί μιας νέας γενιάς δημιουργών. Οι οποίοι απλά μα απολύτως κατανοητά (και για τον μέσο ακροατή), λένε την ιστορία τους μέσα από πολυσυλλεκτικούς ήχους. Ακριβώς όπως ακούμε πλέον μουσική. 

https://open.spotify.com/album/5xQrvHK0YbNaFslrvJYMNR?si=pY47Xb6XTrKlRl68RfcBYw  

Πηγή: Avopolis.gr/Δημήτρης Λιλής