32 χρόνια αργότερα, ο σπουδαίος Μεξικανός σκηνοθέτης συναντά ξανά τον Φρανκενστάιν, μέσα από μία μεγάλη παραγωγή του Netflix.


Πριν το ‘Λαβύρινθο του Πάνα’ και ‘Το Σχήμα του Νερού’ τον καθιερώσουν ως τον ποιητή των τεράτων του Χόλιγουντ, ο Μεξικανός σκηνοθέτης Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε ένα ευρύτερο κοινό μέσα από το μικρότερο, πιο αλλόκοτο αριστούργημα, το ‘Cronos’ του 1993. 

Η πρώτη του ταινία είναι ένα love letter γραμμένο με σκουριά και αίμα, ένα κομψό, μακάβριο παραμύθι που επαναπροσδιορίζει τον μύθο του Φρανκενστάιν μέσα από τα μάτια ενός ηλικιωμένου Μεξικανού αντικέρ και μίας μυστηριώδους χρυσής συσκευής που υπόσχεται αιώνια ζωή.

Αυτό που κάνει το ‘Cronos’ να ξεχωρίζει δεν είναι ο τρόμος του, αλλά η ανθρωπιά του. Ο Ντελ Τόρο, όπως και σε όλες τις επόμενες ταινίες του, δεν ενδιαφέρεται για φρίκη, αίμα και φόβο, τον μαγεύει ο πόνος της θνητότητας και η εύθραυστη γοητεία της αθανασίας. Κάθε κάδρο πάλλεται από τη χαρακτηριστική του εμμονή: την ομορφιά μέσα στο αποκρουστικό, την τρυφερότητα μέσα στο τερατώδες.

Στο ‘Cronos’ βρίσκεται το DNA ολόκληρης της καριέρας του. Η λεπτομερής δεξιοτεχνία, οι θρησκευτικοί υπαινιγμοί, ο γοτθικός ρομαντισμός, όλα ανθίζουν εδώ πρώτα. Ο επιβλητικός και νέος τότε Ρον Πέρλμαν, σε μία από τις πρώτες του συνεργασίες με τον σκηνοθέτη, προσθέτει έναν σκοτεινά κωμικό ρυθμό που κρατά την ταινία «αγκιστρωμένη» στο σουρεαλιστικό της σύμπαν.

CRONOS

Στο σκοτεινό αλλά γοητευτικό σύμπαν της πρώτης του αυτής ταινίας, ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο δημιουργεί ένα γοτθικό παραμύθι για τη θνητότητα, την εμμονή και το τίμημα της αιώνιας ζωής. Μία αρχαία μηχανή χαρίζει νεότητα, μα ζητά αίμα και αποσύνθεση ως αντάλλαγμα. Τριάντα δύο χρόνια αργότερα, με το ‘Φρανκενστάιν’ στο Netflix, μία ταινία που έχει διχάσει το κοινό, κάποιοι την λάτρεψαν, άλλοι όχι, ο Ντελ Τόρο επιστρέφει στο αρχέτυπο του τέρατος, όχι ως κλισέ, αλλά ως στοχασμό πάνω στη δημιουργία, την ευθύνη και την ουσία του να είσαι άνθρωπος.

Αυτό που ενώνει τις δύο ταινίες είναι η εμμονή του σκηνοθέτη με τις μηχανές, είτε μηχανικές είτε βιολογικές, που προδίδουν τον δημιουργό τους. H παράδοξη ανάγκη να νικήσουμε τον θάνατο, μόνο και μόνο για να γίνουμε σκλάβοι του. Στο ‘Cronos’, η χρυσή συσκευή προσφέρει δύναμη και νιάτα αλλά και καταστρέφει. Στο ‘Φρανκενστάιν’, η φιλοδοξία του επιστήμονα γεννά το πλάσμα, και ο δημιουργός παγιδεύεται από την ίδια του την ύβρη. Και στις δύο ιστορίες, η επιθυμία για υπέρβαση μετατρέπεται σε κρίση.

CRONOS

Αν και το ‘Cronos’ κινείται ανάμεσα σε αρχαία ρολόγια και σάρκα που σαπίζει, και το ‘Φρανκενστάιν’ ανάμεσα σε αναστημένα κορμιά και εντυπωσιακές εικόνες, ο συναισθηματικός πυρήνας τους είναι κοινός: το τέρας δεν είναι «ο άλλος», είναι ο καθρέφτης του εαυτού. Ο Ντελ Τόρο δεν τρομάζει, θρηνεί. Και μέσα σ’ αυτό το πένθος, ρωτά: όχι «τι είναι τα τέρατα;», αλλά «ποιος από εμάς δεν είναι ένα;»

Σε έναν κινηματογραφικό κόσμο που λατρεύει το θέαμα, το ‘Cronos’ μοιάζει χειροποίητο, οικείο, και διαχρονικό, σαν ένα κειμήλιο ξεθαμμένο από ξεχασμένο καθεδρικό ναό. Τα τέρατα του Ντελ Τόρο δεν είναι ποτέ πραγματικά κακά, είναι καθρέφτες που μας δείχνουν το τίμημα του να αγαπάς τη ζωή τόσο πολύ, ώστε να μην μπορείς ποτέ να την αφήσεις.