Negroni: Ένας αιώνας ιταλικής κομψότητας σε ένα ποτήρι. Ποιος εφηύρε το δημοφιλές κοκτέιλ των μπαρ της Ελλάδας; 


Λίγα ποτά ισορροπούν τόσο επιδέξια ανάμεσα στην κομψότητα και την πρόκληση όσο το Negroni. Γεννημένο από την ιταλική αριστοκρατία και στα γεμάτα καπνό πίσω δωμάτια της μεταπολεμικής Ευρώπης, αυτό το κατακόκκινο κοκτέιλ έχει γίνει κάτι παραπάνω από ένα απλό ποτό, είναι μία πολιτισμική δήλωση. Ένα ποτήρι Negroni δείχνει ότι εκτιμάς την ισορροπία: το πικρό και το γλυκό, το δυνατό και το συγκρατημένο. Δηλώνει στον μπάρμαν ότι ξέρεις.

NEGRONI

Η καταγωγή του Negroni, όπως πολλές ιστορίες πίσω από εμβληματικά κοκτέιλ, είναι τυλιγμένη με μυστήριο. Η επικρατέστερη εκδοχή μας μεταφέρει πίσω στο 1919, στη Φλωρεντία. Ο Κόμης Καμίλο Νεγκρόνι (Count Camillo Negroni,1868-1933) ένας πολυταξιδεμένος και ριψοκίνδυνος αριστοκράτης, φέρεται να μπήκε στο Caffè Casoni και ζήτησε μία πιο "ανδρική" εκδοχή του δημοφιλούς Americano, αντικαθιστώντας τη σόδα με τζιν. Ο μπάρμαν ανταποκρίθηκε, στόλισε το ποτό με φλούδα πορτοκαλιού αντί για λεμόνι, και κάπως έτσι γεννήθηκε το Negroni. Ή τουλάχιστον έτσι λένε. Το βέβαιο είναι ότι ο Κόμης έδωσε το όνομά του σε ένα ποτό που θα άφηνε εποχή.

Η συνταγή του είναι απλή αλλά αυστηρά ισορροπημένη: ίσα μέρη τζιν, γλυκό βερμούτ και Campari. Αυτή η συμμετρία το καθιστά αγαπημένο εργαλείο των μπάρμαν. Αν υπερισχύσει ένα υλικό, η μαγεία χάνεται. Όταν όμως ισορροπεί, το Negroni είναι πολύπλοκο, έντονο και αδιαμφισβήτητα "ενήλικο".

Τις επόμενες δεκαετίες από τη γέννησή του, το Negroni κυκλοφορούσε σχεδόν κρυφά: στα σοκάκια του Μιλάνου, στα ξενοδοχεία του Λονδίνου και, τελικά, πέρα από τον Ατλαντικό. Δεν ήταν ποτέ ποτό για τις μάζες, πολύ πικρό για τους πολλούς, πολύ δυνατό, πολύ κόκκινο. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λάτρεψαν οι λίγοι που ήξεραν. Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ λέγεται ότι το προτιμούσε. Ο Όρσον Γουέλς έγραψε: «Το πικρό κάνει καλό στο συκώτι. Το τζιν είναι κακό. Εξισορροπούν το ένα το άλλο».

NEGRONI

Μέχρι τις αρχές του 2000, το Negroni άρχισε τη δεύτερη του ζωή, ενισχυμένο από το κίνημα αναβίωσης των κοκτέιλ και την αναζωπύρωση των πικρών γεύσεων. Οι σύγχρονοι mixologists το υιοθέτησαν, πειραματίστηκαν, το ωρίμασαν σε βαρέλια, άλλαξαν ποτά, το αποδόμησαν. Όμως ακόμα και στις πιο φουτουριστικές εκδοχές του, η ψυχή του παρέμεινε ανέπαφη. Το Negroni δεν είναι απλώς ποτό, είναι φιλοσοφία. Μια άρνηση να συμβιβαστεί με το γλυκό ή το εύκολο.

Στην αισθητική, το Negroni είναι ό,τι ένα ιταλικό κοστούμι: διαχρονικό, ελαφρώς προκλητικό, αδιαμφισβήτητα κομψό. Είναι το ποτό των δημιουργικών, των fashion editors, και όσων πιστεύουν στο στιλ χωρίς υπερβολές. Το Esquire το χαρακτήρισε «ποτό για κυρίους», ενώ το GQ το αποκάλεσε «το πιο στιλάτο κοκτέιλ στον κόσμο». Είναι το άτυπο σήμα κατατεθέν του εκλεπτυσμένου επαναστάτη.

Σήμερα, το Negroni είναι κάτι περισσότερο από ένα κοκτέιλ, είναι θεσμός. Από τα εστιατόρια με αστέρια Michelin μέχρι τα μοντέρνα μπαρ του Μπρούκλιν και της Αθήνας. Έχει ακόμα και τη δική του εβδομάδα, την Negroni Week, με τα έσοδα να  προσφέρονται σε φιλανθρωπίες.

Σε έναν κόσμο με σύντομη μνήμη και κουλτούρα μίας χρήσης, το Negroni αντέχει. Έναν αιώνα μετά, συνεχίζει να σερβίρεται με το ίδιο πνεύμα που το ενέπνευσε το 1919: προκλητικό, ισορροπημένο, αλησμόνητο.