Με αφορμή την εκδίκαση στις 11/3 στο ΣτΕ της προσφυγής αντισυνταγματικότητας του Ν. 4777/2021 για την πανεπιστημιακή αστυνομία


ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΚΠΑ

Η εγκατάσταση των ΟΠΠΙ στα ΑΕΙ μια νέα δοκιμασία στη λειτουργία τους

Τα τελευταία χρόνια μια σειρά από διατάξεις και νόμοι αλλά και μια συνολικότερη αντίληψη περιστολής του λεγόμενου κοινωνικού κράτους (υγεία, παιδεία, και άλλα) οδηγούν στην συρρίκνωση του δημόσιου, δωρεάν και δημοκρατικού χαρακτήρα του Πανεπιστημίου, συχνά στο πλαίσιο μιας ευρύτερης πολιτικής αναίρεσης κατακτημένων κοινωνικών δικαιωμάτων και αγαθών (π.χ.  μείωση των μισθών και των συντάξεων, κλείσιμο νοσοκομείων, ουσιαστική απαγόρευση των απεργιών και ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων).

Πρόσφατα παραδείγματα σε αυτή την κατεύθυνση, που επίσης αντιφάσκουν με τη συνταγματική επιταγή του αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων, αποτέλεσαν οι διατάξεις του νόμου  4777/2021 (γνωστός ως «νόμος Χρυσοχοΐδη-Κεραμέως») με την εισαγωγή, εκτός των άλλων, του σώματος της πανεπιστημιακής αστυνομίας (Ο.Π.Π.Ι.) που υπάγεται στην ΕΛ.ΑΣ., καθώς και οι πρόσφατες ΚΥΑ για την επιβολή του τρόπου διεξαγωγής της διδασκαλίας κατά την περίοδο έξαρσης της πανδημίας. Επιπρόσθετα, ο νόμος αυτός θεσμοθετεί μηχανισμούς παρακολούθησης της πανεπιστημιακής ζωής, που ανάμεσα στα άλλα είναι ανεφάρμοστοι και χαρακτηρίζονται από αστρονομικό κόστος, τη στιγμή που  εργαστήρια δεν έχουν καν τα χρήματα να προμηθευτούν αντιδραστήρια, ενώ το ΕΚΠΑ δεν μπορεί να καλύψει τις λειτουργικές του δαπάνες και αναγκάζεται να διοχετεύει ερευνητικά κονδύλια για την κάλυψή τους. Στο ίδιο πλαίσιο έχουμε και σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της εμπορευματοποίησης/ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης, όπως είναι η αυθαίρετη εξίσωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων πτυχίων των κολλεγίων με αυτά των Πανεπιστημίων, η δημιουργία προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών (υποτίθεται ξενόγλωσσων) με δίδακτρα και η επιμονή στη χρήση εργολάβων, με άκρως βεβαρημένο παρελθόν, για τις ζωτικές υπηρεσίες της καθαριότητας και της φύλαξης.

Επίσης, εμφανίζονται και πάλι δημοσιεύματα που με αφορμή μεμονωμένα περιστατικά, επιχειρούν την κατασυκοφάντηση των Πανεπιστημίων, παρουσιάζοντάς τα συλλήβδην ως κέντρα «ανομίας», ενώ παράλληλα δεν χάνουν ευκαιρία να απαξιώνουν μεθοδευμένα το ερευνητικό και διδακτικό τους έργο. Η ρητορική αυτή αποσκοπεί στη δημιουργία κλίματος αποδοχής στην κοινή γνώμη των προσπαθειών διάλυσης της Δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης ενώ ταυτόχρονα χρησιμεύει και στη μετατόπιση της προσοχής από τα οξυμένα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα.

Ως Σύλλογος έχουμε τοποθετηθεί αναλυτικά πάνω στα παραπάνω ζητήματα. Να επαναλάβουμε ότι η παραβατικότητα στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι στατιστικά πολύ μικρή σε σύγκριση με τα γενικότερα μεγέθη της εγκληματικότητας που εμφανίζονται στην κοινωνία κι έχει σποραδικό χαρακτήρα, όπως αποδεικνύεται σε σχετικές έρευνες1. Τα ελληνικά πανεπιστήμια, παρά τα πολύ σοβαρά προβλήματα υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης που αντιμετωπίζουν (η Ελλάδα εμφανίζει τον χειρότερο δείκτη αναλογίας φοιτητών ανά μέλος ΔΕΠ στην Ε.Ε. και η δημόσια χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα κατέγραφε τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε., σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της EUA για την Ελλάδα, το 20183), όχι μόνο στέκονται όρθια αλλά παράγουν και αξιοσημείωτο επιστημονικό και εκπαιδευτικό έργο (με βάση την κατάταξη Ranking Web of Universities, πέντε ελληνικά πανεπιστήμια βρίσκονται στο υψηλότερο 3% της διεθνούς κατάταξης μεταξύ 31.000 περίπου πανεπιστημίων και κολλεγίων ανά τον κόσμο4, ενώ αντίστοιχα αποτελέσματα παρατηρούνται και σε άλλες διεθνείς λίστες κατάταξης πανεπιστημίων).

Όμως, αντί να καταβληθεί προσπάθεια για την επίλυση των τεράστιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα Πανεπιστήμια (τακτικοί προϋπολογισμοί που δεν επαρκούν για την κάλυψη ούτε καν των ανελαστικών δαπανών, αποψίλωση και γήρανση του διδακτικού προσωπικού, διαρκής συσσώρευση προβλημάτων στη φοιτητική μέριμνα, αδυναμία ουσιαστικής στήριξης των νέων ερευνητών και υπ. διδακτόρων, κ.ά.), η κυβέρνηση επιλέγει να διαθέσει ένα σημαντικότατο μέρος του προϋπολογισμού της ανώτατης εκπαίδευσης για φαραωνικά έργα τηλεπαρακολουθήσεων και ελέγχων καθώς και για την πρόσληψη πανεπιστημιακών αστυνομικών, προσλαμβάνοντας 1 ειδικό φρουρό για κάθε 1 νέο μέλος ΔΕΠ. Όπως έχουμε τονίσει και στο παρελθόν, οι υπαρκτές ανάγκες αστυνόμευσης των πανεπιστημιακών χώρων δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με την εγκατάσταση της ΕΛ.ΑΣ. στα Πανεπιστήμια. Διεθνώς η αστυνόμευση των πανεπιστημιακών χώρων ελέγχεται κατά τεκμήριο από τις διοικήσεις των πανεπιστημίων, ακριβώς επειδή οτιδήποτε άλλο θα διαστρεβλώσει την αναγκαία για τη λειτουργία τους αυτονομία και την ελευθερία στη διακίνηση των ιδεών. Ειδικά στην Ελλάδα, με τα μαύρα ιστορικά προηγούμενα, η εγκατάσταση της ΕΛ.ΑΣ. μέσα στα ΑΕΙ θα πυροδοτήσει καταστάσεις σύγκρουσης που θα λειτουργήσουν διαλυτικά. Μοιάζει ως εάν η κυβέρνηση αυτό να μην το βλέπει, εκτός και αν ακριβώς αυτό τελικά επιδιώκεται σε μια νεκρανάσταση του δόγματος «νόμος και τάξις». Ενδεχομένως μάλιστα να επιδιώκεται τα ΑΕΙ να χρησιμεύσουν ως «Ιφιγένεια» προς άγραν συντηρητικών ψήφων.  

Η διαχρονική εγκληματική δράση των χούλιγκαν,  οι καθημερινές πράξεις βίας, οι κλοπές και διαρρήξεις σε ανυπεράσπιστα από τις δυνάμεις δημόσιας τάξης προάστια και οικισμούς ανά την Ελλάδα, η δράση του οργανωμένου εγκλήματος, η συστηματική διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών μέρα μεσημέρι στο κέντρο των πόλεων και πολλά άλλα παρόμοια, καταδεικνύουν πού πρέπει να στρέψει το ενδιαφέρον της η κυβέρνηση όσον αφορά την αστυνόμευση, αντί να έχει ως προτεραιότητα την επί 24ώρου βάσεως αστυνόμευση των Πανεπιστημίων  εκ των έσω. Άλλωστε έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι η Αστυνομία είναι σε θέση να παρεμβαίνει  ταχύτατα στα κεντρικά ιδρύματα, όταν φυσικά επιλέγει να το κάνει.

Στις 11.03.2022 στην Ολομέλεια του ΣτΕ θα πραγματοποιηθεί συζήτηση επί της αίτησης ακύρωσης κατά της πρόσληψης των ειδικών φρουρών της Ο.Π.Π.Ι. μετά από την προσφυγή αντισυνταγματικότητας που κατέθεσαν δέκα σύλλογοι μελών ΔΕΠ και εργαζομένων στα Πανεπιστήμια. Με αφορμή το γεγονός αυτό, επανερχόμαστε στις ήδη διατυπωμένες θέσεις του Συλλόγου μας, υπενθυμίζοντας ότι, ανάμεσα στα άλλα, ζητάμε:

  • να ανασταλεί άμεσα η πρόσληψη ειδικών φρουρών για στελέχωση των Ο.Π.Π.Ι. και να διατεθούν τα κονδύλια για την πρόσληψη διδακτικού προσωπικού
  • η αστυνόμευση/φύλαξη των πανεπιστημιακών χώρων να υπάγεται στη διοικητική δομή των ΑΕΙ. Να εκλογικευτούν τα μέτρα ασφαλείας με βάση την πραγματικότητα και να διαθέσει η Πολιτεία τα χρήματα που χρειάζονται και για αυτές τις λειτουργίες
  • να καταργηθεί ο Ν. 4777/2021, για τον οποίο έχει εκφραστεί αρνητικά το σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας.

[1]  Βιδάλη Σ. (2021). Εγκληματικότητα και αστυνόμευση στα ΑΕΙ: «αλήθειες» και «ψέματα». Εγκληματολόγοι, 8, σελ. 1-13.

https://drive.google.com/file/d/1Y4irBbwsXewfA_6J12kd2QKEcdjQDc_U/view

[2] https://www.ethaae.gr/images/articles/etisies_ekthesis_HAHE/%CE%95%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B9%CE%B1_%CE%95%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7_%CE%95%CE%98%CE%91%CE%91%CE%95_2020.pdf 

[3]  https://eua.eu/downloads/publications/eua%20pfo%202018%20report_14%20march%202019_final.pdf

[4]  https://www.webometrics.info/en/world

Πηγή: www.alfavita.gr