Όταν ξαναγράφεις καλά την ιστορία, έχεις μια «διαβασμένη» επικαιροποίηση της.


Όταν ξαναγράφεις καλά την ιστορία, έχεις μια «διαβασμένη» επικαιροποίηση της. Τι γίνεται, όμως, όταν το κάνεις σαν μια φθηνή ταινία της Marvel; Ο Ανδρέας Κύρκος βάζει στη ζυγαριά τα τηλεοπτικά παραδείγματα του The Plot Against America και του Huntersκαι είναι ξεκάθαρος προς τα που αυτή γέρνει.

Όταν ο συγγραφέας Philip Roth έγραψε το The Plot Against America πριν από 15 περίπου χρόνια, επιχείρησε να αποτυπώσει μια πιθανή εφιαλτική τροπή των αληθινών γεγονότων στην αυγή του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Φυσικά, δεν θα μπορούσε να είχε φανταστεί την σημερινή πολιτική κατάσταση στις ΗΠΑ. Εκείνη την εποχή το Apprenticeήταν απλώς ένα κακής ποιότητας τηλεπαιχνίδι, με έναν νάρκισσο Νεοϋορκέζο στη θέση του παρουσιαστή που έκανε νούμερα σαν ανθρώπινο καρτούν που παρίστανε τον εντερπρενέρ. Ο Philip Roth με το βιβλίο του ήθελε να πετύχει κάτι ανάλογο με αυτό που έκανε ο Philip K. Dick στο Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο.Έτσι, λοιπόν, περιέγραψε μια εναλλακτική πραγματικότητα στην οποίαένας φιλόδοξος πιλότος με αμφιλεγόμενο παρελθόν και ξεκάθαρη φιλοναζιστική ιδεολογία, γίνεται πρόεδρος της Αμερικής καθώς κερδίζει τον Roosevelt στις εκλογές ως επικεφαλής του ρεπουμπλικανικού κόμματος. Η νοσηρή φαντασία επικρατεί για λίγο της ιστορίας για να εξετάσουμε μέσω της μυθοπλασίας κάποιες από τις συνέπειες ενός τραγικού “what if” στο οποίοτα λαϊκίστικα συνθήματα τύπου “America First” επικρατούν σε μια συγκυρία πολέμου, με αποτέλεσμα, ο αρχηγός των ΗΠΑ να καλοβλέπει την πολιτική συμμαχία με τον εθνικοσοσιαλισμό και τις φασιστικές δυνάμεις που κύκλωναν τον πλανήτη.

Ο David Simon και ο Ed Burns, οι δημιουργοί τους αριστουργηματικού The Wire, διασκευάζουν σε μια μίνι σειρά 6 επεισοδίων (HBO) το συγκεκριμένο βιβλίο. Βρισκόμαστε στο 1940 και το Νιου Τζέρσεϊ, όπου μια αμερικανοεβραϊκή οικογένεια έρχεται αντιμέτωπη με μια δυσβάσταχτη πολιτική πραγματικότητα. Ο αντισημιτισμός εξαπλώνεται ύπουλα στις λαϊκές γειτονιές και η ρητορική ενός φιλόδοξου πολιτικάντη ποτίζει με μίσος την εργατική τάξη. Λίστες «επικίνδυνων» Εβραίων και κομμουνιστών αρχίζουν να διακινούνται στα γραφεία των εργοδοτών από το παρακράτος του Hoover. Μέσα σε αυτή την κλιμακούμενη πίεση, η οικογένεια απομακρύνεται από τα όνειρα των baby boomers για μια κανονική ζωή ως κοινότητα και για της δικήτους «θέση στον ήλιο» του αμερικάνικου ονείρου. Ρυθμιστής των γεγονότων είναι ο φιλόδοξος Ραβίνος Lionel Bengelsdorf (σε μεγάλη φόρμα ο John Turturro) που πιστεύει ότι η εβραϊκή κοινότητα οφείλει να αποκοπεί από τα δεινά της ιστορίας της και να αφομοιωθεί πλήρως στην αμερικάνικη κουλτούρα. Ο Ραβίνος γίνεται αχυράνθρωπος των σκοτεινών δυνάμεων και εξελίσσεται σε ένα είδος μπάρμπα-Θωμάγια την επικοινωνιακή πολιτική της νέας εξουσίας. Μαζί του τραβάει την οικογένεια, καθώς αρραβωνιάζεται την αδερφή της συζύγου που ζει κοντά τους. Η ρήξη με την οικογένεια είναι αναπόφευκτη.

Οι έμπειροι δραματουργοί του The Plot Against America πετυχαίνουν μια αξιοθαύμαστη ανασύσταση εποχής και ξαναγράφουν την ιστορία με στόχο να προκαλέσουν σαφείς παραλληλισμούς με την ταραγμένη σημερινή επικαιρότητα. Το πετυχαίνουν χωρίς ηθικά διδάγματα, αλλά με πειθώ και επιπλέον με αξιοθαύμαστη οικονομία στη δράση. Η πολιτική άνοδος του Lindbergh και η συμπλεγματική του προεκλογική συμπεριφορά έχουνπολλά κοινά ιστορικά στοιχεία με την καμπάνια του Donald Trump. Η φιλική στάση του στην προπαγάνδα του Τρίτου Ράιχ, η υποτακτική τριβή του με το κεφάλαιο, η ξενοφοβία και η φαινομενικά φιλική του στάση στον εργαζόμενο πατριώτη, είναι τα στοιχεία που προκρίνουν οι δημιουργοί από το λογοτεχνικό υλικό του Roth και πετυχαίνουν ένα ουσιαστικό σχόλιο για το 2020. Kαι όπως κάνουν πάντα στις σειρές τους (“Treme”, “The Deuce”) αποφεύγουν τις εύκολες κλιμακώσεις και τα κλισέ. Η πλοκή ανθίζει μέσα από διαλόγους γύρω από τραπέζια, σε μπαρ και στο πεζοδρόμιο.

Στην πραγματικότητα, πολλά μέλη της America First Committee (όπως ο Henry Ford) είχαν καταγεγραμμένο αντισημιτικό παρελθόν και πολλοί από τους ανθρώπους εξουσίας των αρχών της δεκαετίας του ‘40 έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για να υποδεχτεί η Αμερική τους γερμανούς και αυστριακούς Ναζί του ολοκαυτώματος, που φυγαδεύτηκαν στην άλλη μεριά του Ατλαντικού ώστε να αρχίσουν μια νέα κανονική ζωή και να μη δικαστούν. Η πιο ξακουστή από αυτές τις ιστορίες είναι η υπόθεση του σφαγέα Adolf Eichmann, τον οποίο εντόπισε το εξέχον στέλεχος της Mossad, ο Peter Malkin. Πάνω σε αυτή την πλευρά της ιστορίας πάτησε πρόσφατα μια ακόμη σειρά, το Hunters (Amazon Prime), με τον Jordan Peele να βρίσκεται πίσω από την παραγωγή.

Η σειρά αντλεί έμπνευση από τους αληθινούς κυνηγούς των Ναζί που εργάστηκαν ως επιστήμονες και μηχανικοί στις ΗΠΑ για τις ενισχύσουν τον τεχνολογικό ανταγωνισμό με τη Ρωσία και φυσικά, συνέβαλαν τα μέγιστα στην έκρηξη της αμερικάνικης οικονομίας μετά το ‘50. Η σειρά διαδραματίζεται στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 και παρακολουθούμε έναν έξυπνο Εβραίο πιτσιρικά, τον Jonah Heidelbaum (τον υποδύεται ο Logan Lerman). Ο μυστηριώδης φόνος της γιαγιάς του στέκεται αφορμή για τη γνωριμία του με τον αινιγματικό Meyer Offerman (Al Pacino) που έχει επιζήσει από τη γενοκτονία και έχει βάλει σκοπό ζωής το κυνήγι και το ξεσκέπασμα των Ναζί που ζουν σαν φιλήσυχοι πολίτες.

Όση λεπτότητα, «διαβασμένη» προσέγγιση και φροντισμένη ιστορία έχει η εναλλακτική ιστορική πραγματικότητα του The Plot Against America, άλλο τόσο άκομψο, ρηχό πνευματικά, παιδαριώδες και ανεύθυνο είναι το Hunters. Μοιάζει με σειρά που νιώθει περήφανη για τις καλές προθέσεις της και την “woke” ευαισθησία της και διαθέτει ένα σενάριο φτιαγμένο να ψυχαγωγήσει πιτσιρίκια που δεν έχουν επαφή με την ιστορία, με τις αναφορές τους να περιορίζονται σε υπερήρωες και οι ηθικές τους αξίες να έχουν γαλουχηθεί από τα κόμικ. Οι Ναζί κρύβονται σαν villains που, όταν αποκαλύπτεται η ταυτότητά τους, αλλάζουν όψη σαν βαμπίρ εκτεθειμένα στον ήλιο και εξολοθρεύονται από τους πεφωτισμένους Avengers που εκδικούνται για τη γιαγιά τους. Ιστορικές ανακρίβειες, εύπεπτα διδάγματα για την αυτοδικία και στυλιζάρισμα που συναντάς σε ταινίες της Marvel (τις πιο φτηνές) για μια γενιά που θέλει ξεκάθαρους “good guys” και “bad guys” για να ταυτιστεί και να μισήσει ισόποσα, αλλά και ξεκάθαρο ηθικοπλαστικό πρόσημο στις πράξεις των ηρώων. Το κυνήγι εγκληματιών μετατρέπεται σε κυνήγι θησαυρού και αγώνα εξολόθρευσης, σαν χρέος σε μια diverse ελίτ με κρυφή ζωή, αλλά, φυσικά, χωρίς πολιτική σκέψη,ιστορική αναφορά και πολιτισμικό βάρος.

Όπως βλέπουμε, το rewriting της ιστορίας μπορεί να γίνει τόσομε αξιοθαύμαστο τρόπο, όσο και με κάκιστο. Στο χέρι μας είναι να ξεχωρίσουμε τους σκεπτόμενους δραματουργούς από τους θιασώτες του exploitation της prime time ψυχαγωγίας.

Πηγή