Όσο μιλάς τόσο «αποφυλακίζεις» τη ψυχή σου και αυτό είναι το μεγαλύτερο στοίχημα
Σου στέρησαν πολλά πράγματα. Πρώτα την εμπιστοσύνη που είχες στον εαυτό σου, μετά αυτή που σου είχαν οι άλλοι και αργότερα σου έκλεψαν οριστικά τη κοινωνικότητά σου. Και ειδικά το τελευταίο εξηγείται και από την ίδια τη σύσταση της κρίσης πανικού: αρνείσαι πεισματικά να ξανα βρεθείς σε μέρη που «σε έπιασε», αποφεύγεις να βρεθείς με ανθρώπους με τους οποίους «σε έπιασε». Και οι ορισμοί που της δίνεις αλλά κυρίως τα επιχειρήματα που κουμπώνεις τους λόγους που σε έπιασε, γίνονται με τον καιρό όλο και πιο παράλογοι.
Αρχικά, ας βάλουμε κάποια πράγματα επιτέλους στη θέση τους καθώς όλοι γύρω σου (ειδικά όσοι δεν έζησαν την εμπειρία της ποτέ-κι ελπίζουμε να μη τη ζήσουν) συγχέεουν έννοιες εντελώς ασυνάρτητες με τη κρίση πανικού για να στο δικαιολογήσουν έτσι ώστε «να το αφήσεις πίσω». Αυτό συμβαίνει στα πολύ πρώιμα χρονικά στάδια «της αρχής σου» στη διαταραχή πανικού. Ίσως εκείνη η φίλη ή η μαμά σου ή οποιοσδήποτε ήταν εκεί όταν την έπαθες πρώτη φορά να απέδωσε αυτή σου την «αδιαθεσία» σε πτώση της πίεσης, σε στομαχικό ίλιγγο, υπογλυκαιμικό επεισόδιο ή σε μία ανησυχητική αδιαθεσία. Σύντομα όμως μάθατε μετά από εξετάσεις που σε έτρεξαν να κάνεις πως η βιολογική σου πλευρά ήταν ρολόι.
Πολύ συχνά τα συμπτώματα της κρίσης πανικού βάζουν υποψίες σε όσους τη βιώνουν πρώτη φορά πως είτε κάτι συμβαίνει στον εγκέφαλό τους, ή στα μάτια τους, ή στο στομάχι τους. Και γι' αυτό υπάρχει επιχείρημα. Όποιος έχει πάθει ή παθαίνει γνωρίζει πως η ζάλη που σου προκαλείται, το σφίξιμο στο στομάχι, το τρέμουλο στα πόδια, η εφίδρωση, το μυρμήγκιασμα σε όλο σου το σώμα με αποκορύφωμα το στόμα, το αίσθημα ότι δεν έχεις αρκετή ανάσα, η αποπραγματοποίηση (το να νιώθεις ότι δεν αναγνωρίζεις το σώμα σου ή δεν το ελέγχεις), η ταχυκαρδία και η ταχυπαλμία, η αποστασιοποίηση (το να μην αναγνωρίζεις πια τον χώρο στον οποίο βρίσκεσαι ή τους ανθρώπους γύρω σου), η αίσθηση ότι οι εξωτερικοί θόρυβοι (ακόμη και οι συζητήσεις σε τραπέζια ή μέσα ή αμφιθέατρα) σε «τρελαίνουν», είναι υπεραρκετά συμπτώματα (και συμβαίνουν όλα ή τουλάχιστον τα περισσότερα όταν σε πιάνει) για να σου περάσουν δεύτερες σκέψεις πως «κάτι έχεις».
Η τελευταία αυτή σκέψη όμως είναι μόνο μέρος της συνολικής εμπειρίας.
Γιατί στη πραγματικότητα, και αφού τον πρώτο καιρό που σε επισκεφτούν οι πανικοί, κάνεις σειρά ολόκληρη από εξετάσεις, θα διαπιστώσεις ότι χαίρεις άκρας υγείας. Τότε είναι και η στιγμή που θα σε παραπέμψουν να επισκεφτείς κάποιον ειδικό ψυχολόγο. Και αφού ξεκινήσεις τη θεραπεία σου θα καταλάβεις με τον καιρό πως όσα άφηνες να σε ελέγχουν τόσο καιρό ή για όσα νόμιζες πως είχες τον απόλυτο έλεγχο στην ουσία σε έλεγχαν αυτά ενδόμυχα. Οι κρίσεις πανικού δεν είναι απειλή ούτε κατάρα. Είναι ένα ισχυρό καμπανάκι του οργανισμού να σου θυμίσει τις δικές σου ανάγκες και προτεραιότητες. Είναι μία υπενθύμιση ότι ο τρόπος που σκέφτεσαι και κυρίως το περιεχόμενο των σκέψεων σου, καθορίζει τη ψυχολογία σου. Αυτό είναι από τα πρώτα πράγματα που δουλεύεις μαζί με τη ψυχολόγο σου εάν ακολουθήσεις την οδό της συμπεριφοριστικής θεραπείας. Αυτή ακολουθείται στις περισσότερες περιπτώσεις διαχείρισης της διαταραχής πανικού και όσοι την ακολουθήσαμε πήραμε ένα γερό μάθημα: ότι δεν σε ελέγχει αυτό, εσύ το ελέγχεις.
Τον πρώτο καιρό που ακόμη δίνεις τόση έμφαση στα συμπτώματά της και όχι στους λόγους που σε πιάνει, την έχεις στο μυαλό σου ως κάποιον τρίτο. Ως κάτι εξωτερικό που μοιάζει (και όντως είναι) πολύ τρομακτικό, το οποίο σε κατακλύζει με ό,τι αρνητικό συναίσθημα είναι δυνατό να βιώσει κάποιος. Η εμπειρία της περιγράφεται από όσους πάθαμε, παθαίναμε και συνεχίζουμε ως η πιο τρομακτική στιγμή που έχουμε ζήσει. Άλλοι την παρομοιάζουν με καρδιακή προσβολή (και όχι αδικαιολόγητα). Η κρίση πανικού όταν ακόμη δεν την έχεις δουλέψει, δεν σηκώνει αστεία από τρίτους. Δεν περνάει με μία κούτα γλυκά ή με παροτρύνσεις «Ξέχνα το», «Μία φορά ήταν και πάει, πέρασε!» γιατί ακριβώς αυτό δουλεύει μέσα στο κεφάλι σου, «Πότε θα είναι άραγε η επόμενη φορά;». Όταν η θεραπεία ρολάρει, τότε μαθαίνεις πως μόνο από το πώς χειρίζεσαι τη καθημερινότητά σου με τα βάρη της, τις υποχρεώσεις της, τα όρια που βάζεις στους ανθρώπους, μόνο εσύ ξέρεις πια πότε τη πιάνεις και πότε την αφήνεις. Γιατί πλέον έχεις καταλάβει ότι από εμάς ξεκινάνε όλα ενώ έχεις αρχίσει δειλά-δειλά να απομυθοποιείς και την δυναμική της.
Είναι αλήθεια ότι σου κλέβει ομάδες, φίλους, συνεργάτες και εμπειρίες. Μέχρι να έρθει η εποχή που πια τη διαχειρίζεσαι (και αυτό για τον καθένα έχει διαφορετικά level-νίκη είναι ακόμη και το να καταφέρεις να περάσεις το κατώφλι σου, όχι μόνο να φτάσεις στον προορισμό σου) ίσως απομακρυνθείς από όσα έκανες μέχρι πρότινος. Ίσως κόψεις απότομα από παρέες. Ίσως χάσεις εξάμηνα ολόκληρα από τη σχολή σου. Ίσως ακούσεις το μακρύ και το κοντό του καθένα από την οικογένειά σου ότι δεν προσπαθείς για τίποτα, ή άλλες γνώριμες εκφράσεις που ακούσαμε όσοι ήμασταν σε στάδιο αδράνειας όπως «Μα γιατί δε ψάχνεις μία δουλειά;». Όσοι πέρασαν τη πίστα με τις κρίσεις πανικού ή έζησαν από κοντά δικούς τους θα είδαν ότι η αναβλητικότητα, οι παράξενες δικαιολογίες για να αποφύγουν οποιαδήποτε κοινωνική έξοδο, τα παράπονα παρατεταμένης ανημπόριας είναι όσα στοιχειώνουν όσους παλεύουν με τη διαταραχή αυτή.
Η έλλειψη ενσυναίσθησης από τη πλευρά της οικογένειας σου, των φίλων σου και οποιωνδήποτε δεν μπορούν να δείξουν κατανόηση στο παιδί τους, στη φίλη τους, στο κορίτσι τους δεν είναι ένδειξη ότι εσύ είσαι κακό παράδειγμα, ή χαλάς τη παρέα ή δεν χωράς στη κοινωνία ή όπως το μεταφράζουν όσοι πολύ πιο εύκολα κρίνουν κάτι που δεν καταλαβαίνουν, δεν σημαίνει τίποτα από όλα αυτά. Είναι μόνο άλλο ένα σημάδι πως οι άνθρωποι δεν είναι εμπράκτως κοντά μας τις περισσότερες φορές και κυρίως στα δύσκολα. Ταυτόχρονα, είναι ένα πράσινο φως και για ανθρώπους που μπήκαν στη ζωή μας και μας αποδέχονται για αυτό ακριβώς που είμαστε. Αυτό που έχεις εσύ να κάνεις που ανεβαίνεις αυτή την ανηφόρα καθημερινά, και μόνο εσύ ξέρεις τι θυσιάζεις για χάρη των φόβων σου (γιατί δεν έχει Κυριακές και αργίες ο πανικός) είναι να ανοίξεις τις πόρτες σου ορθάνοιχτα να φύγουν από τη ζωή σου όσοι σε παρεξηγούν και μένουν στη πρώτη ανάγνωση. Αυτό που οφείλεις στον εαυτό σου είναι να αναζητήσεις βοήθεια.
Είναι παράλογο ότι όλοι όσοι διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους ότι οι ψυχολόγοι είναι «πεταμένα λεφτά», ότι στη πραγματικότητα τρέμουν οι ίδιοι να ανταμώσουν τους φόβους τους και τις ανασφάλειές τους και σπρώχνουν και όλους τους γύρω τους στο όνομα της δικής τους δειλίας, στο αδιέξοδο. Μίλα σε κάποιον που ξέρει τόσο καλά να σε βοηθήσει πάνω σ' αυτό, όσο ο ορθοπεδικός για το διάστρεμμά σου. Όσο μιλάς για αυτό, τόσο λιγοστεύουν οι εσωτερικοί μονόλογοι κάθε φορά που κάνεις στα ΜΜΕ για το πότε θα σε ξαναπίασει, όσο μιλάς για αυτό τόσο πιο εύκολα φοράς τα παπούτσια σου χωρίς δεύτερες σκέψεις και γίνεσαι συνεπής στα ραντεβού που δίνεις, όσο μιλάς τόσο «αποφυλακίζεις» τη ψυχή σου και αυτό είναι το μεγαλύτερο στοίχημα.