Μια κατασκοπευτική κωμωδία λάθους, με περισσότερες υποπλοκές κι από δελτίο ειδήσεων, πιγκουίνους για guest stars και τον Oldman να προσπαθεί να σώσει τα άσωστα.
Αν είσαι fan του Slow Horses σαν έμενα τότε, λυπάμαι πολύ. Ξέρεις από εκείνους που κολλούν μπροστά στην οθόνη και καταπίνουν κάθε επεισόδιο σαν παιδί το παγωτό το καλοκαίρι; Ε, αυτή η σεζόν -η 5η κατά σειρά- ίσως να σου αφήσει μια γεύση περισσότερο χαρτιού -του περιτυλίγματος- και λιγότερο τη σοκολατένια του πυραύλου που ονειρευόσουνα. Γιατί, ναι, το «μπούκωμα» είναι πραγματικό, ο Gary Oldman, ως Jackson Lamb, προσπαθεί να κρατήσει τα σπασμένα κομμάτια μαζί, αλλά ακόμη και εκείνος κάποιες φορές φαίνεται πως δεν τα καταφέρνει.
Ο μύθος και η πραγματικότητα
Αν θυμάσαι, το Slow Horses ήταν το καταφύγιο για αυτούς που απέτυχαν στη MI5, δηλάδη οι «αποτυχημένοι» της κατασκοπίας, που κανείς δεν ήθελε αλλά όλοι χρειαζόντουσαν. Το ενδιαφέρον ήταν ότι, παρά τις αποτυχίες, υπήρχε βάθος, χαρακτήρες με ψυχολογικά, με μυθοπλασία με ευαισθησία, με γελοίες στιγμές αλλά και τρυφερότητες, με σύντομες εκρήξεις αγωνίας που δε ζητούσες να σου πουν ποιος είναι ο κακός ή τουλάχιστον να σου το κάνουν κατανοητό. Αυτή τη φορά, όμως, το πιάτο είναι γεμάτο — υπερβολικά γεμάτο — και, δυστυχώς, πολλά απ’ τα υλικά του φαίνονται να είναι ληγμένα ή απλώς αταίριαστα.
Τι έχει πάει τόσο λάθος
Μια τρομοκρατική επίθεση, ακροδεξιοί, incel πολιτισμός, περιβαλλοντικά ζητήματα, blackmail, σχέσεις, ιστορίες ταυτότητας, πατρικές αποκαλύψεις, γενικά μια ιδιαίτερα φορτωμένη πλοκή. Τουλάχιστον πέντε μέρες της εβδομάδας συνωστίζονται στη σεζόν αυτή. Το πρόβλημα δεν είναι ότι υπάρχουν πολλές ιδέες, είναι ότι προσπαθείς να τις παρακολουθήσεις όλες χωρίς να ξεπεράσεις την δίκη σου αμηχανία.
Οι αλλαγές των χαρακτήρων που σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό και όχι με ενθουσιασμό, είναι μία από τις απογοητεύσεις αυτής της σεζόν. Ο River Cartwright που κάποτε ήταν «καλός» ή τουλάχιστον συμπαθής, τώρα έχει περάσει από «personality bypass» και συμπεριφέρεται σαν να του έστειλαν λάθος σενάριο. Κάθε subplot μοιάζει να είναι ξεφυσά:«καλά, τώρα θα το βάλουμε κι αυτό». Η ιστορία με την κοπέλα του Roddy Ho που πιθανώς να είναι κατάσκοπος, η πόλη, η πολιτική σκηνή, το Mayor που εμφανίζεται για πέντε λεπτά, η Diana Taverner. Όλα είναι σαν να έστησαν πολλά λιβάδια ιδεών, αλλά δεν άνθισαν όλα, μερικά απλώς φαίνονται άγρια χόρτα και δεν έχουν να προσφέρουν κάτι.
Ναι, έχεις διαβάσει σωστά υπάρχει δράση στον περιφραγμένο χώρο με πιγκουίνους στον Ζωολογικό κήπο του Λονδίνου. Μια σκηνή που μάλλον γράφτηκε αφού κάποιος είπε «τέλειο, θα βάλουμε πιγκουίνους!» και κανείς δεν είχε το θάρρος να σταματήσει την τρέλα.
Υπάρχει ελπίδα...;
Φυσικά, δεν είναι ότι όλα έχουν γίνει γκρίζα υπάρχουν στιγμές όπου το Slow Horses θυμίζει τον παλιό εαυτό του. Όπως όταν ο Gary Oldman ως Lamb εξακολουθεί να είναι η φωτεινή σταθερά μας, κάποιος που ακόμα μπορεί να χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι, να πετάξει μια κακία, για να διασώσει μια σκηνή με μόνο το ύφος του. Η Shirley (Aimee-Ffion Edwards) με την πάθησή της, την οξύτητά της, τη χημεία της με τον Lamb — ό,τι κάνει — είναι ακόμα μια πηγή ικανοποίησης και σκοτεινής χιουμοριστικής ανακούφισης.
Η παραγωγή δεν έχει γελοιοποιηθεί εντελώς. Υπάρχουν στιγμές όπου ο ήχος, η ατμόσφαιρα, η ένταση είναι τόσο καλοφτιαγμένα που θες να κλείσεις τα μάτια και να ακούσεις μόνο. Αυτό λέει κάτι, ότι υπάρχει ποιότητα, απλώς παγιδευμένη μέσα σε ένα χάος.
Η ετυμηγορία
Στο τέλος της ημέρας, η 5η σεζόν του Slow Horses μοιάζει με κάποιον που πήρε ένα πολύ καλό πίνακα και έριξε πινελιές από πάνω επειδή νόμιζε ότι θα τον κάνει πιο ενδιαφέρον. Το αποτέλεσμα; Ο πίνακας διακρίνεται ακόμη, αλλά μόνο απ’ αυτούς που ξέρουν τι κοιτούν. Οι υπόλοιποι βλέπουν κάτι πολύχρωμο, θορυβώδες, με πινελιές που δεν οδηγούν πουθενά.
Αν είσαι φανατικός της σειράς, θα αντέξεις — θα δεις ορισμένα της highlights, θα απολαύσεις τον Oldman να αποδεικνύει για πολλοστή φορά ότι είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός, και με λίγη υπομονή θα βρεις λίγες σκηνές που πράγματι αξίζουν. Αν είσαι νεότερος στην ιστορία ή θέλεις μια συνεχή, συνεπή πλοκή χωρίς να χρειάζεται να σημειώνεις ποιος χαρακτήρας πότε, από ποιο επεισόδιο και ποιον κύκλο, μάλλον έχεις καλύτερα πράγματα να βάλεις να δεις. Αν έπρεπε να βαθμολογήσω, θα της έδινα κάτι πιο πάνω από τη βάση γιατί έχει στιγμές που θυμίζουν γιατί αρχικά όλοι είχαμε ενθουσιαστεί, αλλά δεν καταφέρνει να τις συγκεντρώσει με σχήμα και συνεκτικότητα.
Και τελικά ναι ο Gary Oldman μπορεί να είναι ο σούπερ ήρωας του υποκόσμου της κατασκοπίας, αλλά δεν είναι μάγος. Δεν μπορεί να μετατρέψει κάθε σενάριο με πολλά «όχι πολύ πετυχημένα» στοιχεία σε αριστούργημα, παρά μόνο αν γράψει κάποιος πολύ καλύτερα από αυτό που είδαμε στην τελευταία σεζόν.