«Θα έχουν μισούς φοιτητές και σε βάθος πενταετίας το ένα μετά το άλλο θα κλείνουν» υπογράμμισε ο πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων


Tα δημόσια πανεπιστήμια επί μια δεκαετία υποχρηματοδοτούνται και παρά τον μισό προϋπολογισμό που λαμβάνουν έχουν καταφέρει να κρατήσουν τον αριθμό των φοιτητών τους, υπογράμμισε ο πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Τριαντάφυλλος Αλμπάνης, μιλώντας στο Κόκκινο και στον Διονύση Ελευθεράτο.

Όπως ανέφερε, από την ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων αυτά που θα πληγούν είναι τα περιφερειακά πανεπιστήμια. Ο ίδιος είπε ότι το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, που κατατάσσεται σε καλή θέση - 5η ή 6η θέση σε διεθνείς αξιολογήσεις - έχει αναλογία φοιτητών ανά διοικητικό υπάλληλο 140 προς 1, την ώρα που η Τουρκία και Ρουμανία έχουν αντίστοιχα 1 προς 40 και 1 προς 50, ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες περίπου ανά 25 φοιτητές αντιστοιχεί ένας διοικητικός υπάλληλος. 

«Πανεπιστήμια αντίστοιχα σε τμήματα και μέγεθος με αυτά του Ιωαννίνων λαμβάνουν χρηματοδότηση από 10.000.000 ευρώ έως και 30.000.000 (Γαλλία) και το δικό μας μόλις 6.000.000 ευρώ. Το Ιωαννίνων έχει μόλις 250 διοικητικούς υπαλλήλους και αντίστοιχα του εξωτερικού έχουν 1.000 έως και 2.000 υπαλλήλους» είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι αυτή η εικόνα είναι αντίστοιχη σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας.

Ο Τρ. Αλμπάνης έκανε λόγο για συστηματική εξουθένωση των πανεπιστημίων, η οποία έχει δημιουργήσει προβλήματα. «Στέκονται χάρη στη δουλειά των καθηγητών και των ερευνητικών προγραμμάτων που διεκδικούν. Γι’ αυτό και στην Ευρώπη πάμε καλά σε αυτό το κομμάτι και κρατάμε ένα επίπεδο σπουδών» είπε.

«Διαλύεται όλο αυτό» σημείωσε ωστόσο. «Τα περιφερειακά πανεπιστήμια θα έχουν τεράστιο πρόβλημα, μισούς φοιτητές ίσως και λιγότερους και σταδιακά σε βάθος πενταετίας θα ακυρωθεί η λειτουργία τους και το ένα μετά το άλλο θα κλείνουν» υπογράμμισε.

Το πρώτο συνειδητό βήμα για την ιδιωτικοποίηση είναι πάντα η απαξίωση των δημοσίων-κοινών αγαθών

Λίγα 24ωρα πριν, το Συμβούλιο Διοίκησης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου είχε βγάλει μια ανακοίνωση που δείχνει με αριθμούς πόσο τρομακτική είναι αυτή η υποχρηματοδότηση. Κατά -63.6% έχει μειωθεί η ετήσια κρατική χρηματοδότηση στο Πολυτεχνείο και κατά -36% ο αριθμός των καθηγητών από το 2009. Και είναι γνωστό ότι το πρώτο συνειδητό βήμα για την ιδιωτικοποίηση είναι πάντα η απαξίωση των δημοσίων-κοινών αγαθών

Αναλυτικά

Η πραγματικότητα είναι ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι απαξιωμένα και το Υπουργείο Παιδείας δεν δείχνει καμία διάθεση να τα στηρίξει εμπράκτως.

Μια αποκαλυπτική ανακοίνωση του ΕΜΠ δίνει την πραγματική διάσταση της συζήτησης για δημόσια ή ιδιωτικά Πανεπιστήμια

Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει –με στοιχεία– ανακοίνωση του Συμβουλίου Διοίκησης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), στην οποία αναφέρεται ότι η κρατική επιχορήγηση για το 2024 θα αγγίζει μόλις τα 7,17 εκατ. ευρώ.

Κι εάν ο παραπάνω αριθμός δεν γίνεται κατανοητός, το ΕΜΠ υπογραμμίζει ότι το 2009 η επιχορήγηση ήταν στα 19,68 εκατ. ευρώ: δηλαδή 63,6% κάτω από αυτή που θα δοθεί φέτος. Σημειώνεται μάλιστα, ότι μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια, το καθηγητικό προσωπικό μειώθηκε κατά 36%, το λοιπό προσωπικό κατά 1,6%, ενώ αντίθετα οι σπουδαστές αυξήθηκαν κατά 20,7%.

Όπως υπογραμμίζει το ΕΜΠ, ο δραματικά συρρικνωμένος προϋπολογισμός οδηγεί αναπόφευκτα σε αδυναμία συ­ντή­ρησης και εκσυγχρονισμού των εκπαιδευτικών, ερευνητικών και κτιριακών υποδο­μών του Πανεπιστημίου«οι οποίες υποβαθμίζονται με ραγδαίο ρυθμό. Το γεγονός αυτό σε συνάρ­τηση με την εξίσου δραματική αφαίμαξη του προσωπικού όλων των κατηγοριών και βαθ­μίδων, καθιστά προβληματική (αν όχι αδύνατη) την παροχή ποιοτικού εκπαιδευτι­κού και ερευνητικού έργου, ανάλογου του κύρους και της ιστορίας του ΕΜΠ». 

Στο πλαίσιο αυτό, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης του ΕΜΠ απευθύνουν «δραματική έκκληση στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, να εγκύψουν άμεσα στο πρόβλημα και να δώσουν γεν­ναίες, πειστικές και χειροπιαστές λύσεις». Μάλιστα τονίζουν με νόημα ότι σε διαφορετική περίπτωση, το Δημόσιο Πανεπιστήμιο «οδηγείται αναπόφευκτα σε μαρασμό και απαξίωση». 

Η ανακοίνωση του Συμβουλίου Διοίκησης του ΕΜΠ

Το Συμβούλιο Διοίκησης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), μετά την ανάληψη των εκ του νόμου 4957/2022 προβλεπομένων καθηκόντων του, ενημερώθηκε από τα αρμόδια υπηρεσιακά όργανα του ΕΜΠ σχετικά με το σημερινό ύψος της κρατικής χρηματοδότησης προς το ΕΜΠ και τον αριθμό των υπηρετούντων σήμερα με­λών ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ και Διοικητικών Υπαλλήλων, σε σχέση με τους αντίστοι­χους αριθμούς του 2009. Επίσης ενημερώθηκε και για τον αριθμό των εγγεγραμμένων σπου­δαστών στις εννέα Σχολές του ΕΜΠ σήμερα και το 2009. Με βάση τα δεδομένα αυτά συντάχθηκε ο κάτωθι πίνακας:

Από τον πίνακα προκύπτει σαφώς ότι κατά την τελευταία 15ετία το ΕΜΠ υποχρε­ώθηκε σταδιακά να λειτουργεί με προϋπολογισμό μειωμένο κατά 63.6%, καθηγητικό προσω­πικό μειωμένο κατά 36%, άλλο προσωπικό μειωμένο κατά 1.6%  και αριθμό σπουδα­στών αυξημένο κατά 20.7%.

Ο δραματικά συρρικνωμένος προϋπολογισμός οδηγεί αναπόφευκτα σε αδυναμία συ­ντή­ρησης και εκσυγχρονισμού των εκπαιδευτικών, ερευνητικών και κτιριακών υποδο­μών του ΕΜΠ, οι οποίες υποβαθμίζονται με ραγδαίο ρυθμό. Το γεγονός αυτό σε συνάρ­τηση με την εξίσου δραματική αφαίμαξη του προσωπικού όλων των κατηγοριών και βαθ­μίδων, καθιστά προβληματική (αν όχι αδύνατη) την παροχή ποιοτικού εκπαιδευτι­κού και ερευνητικού έργου, ανάλογου του κύρους και της ιστορίας του ΕΜΠ. Παρόλα αυτά το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο συνεχίζει να κατέχει μια εκ των κορυφαίων θέσεων ως Ανώτατο Εκπαιδευτικό και Ερευνητικό Ίδρυμα στο παγκόσμιο ακαδημαϊκό χάρτη, ως αποτέλεσμα των ηρωικών προσπαθειών των μελών της Πολυ­τεχνει­α­κής Κοινότητας να ανταποκριθούν στο λειτούργημά τους και στον κοινωνικό τους ρόλο. Το αποτέλεσμα αυτό δεν πρέπει επουδενί να χρησιμοποιηθεί ως απόδειξη ότι εσαεί μπορούν να επιτυγχάνονται τέτοιου είδους αποτελέσματα χωρίς τις κατάλληλες υποδομές. Απεναντίας, ας σκεφτούμε πόσο ψηλότερα θα μπορούσε να φτάσει το ΕΜΠ αλλά και τα άλλα Δημόσια πανεπιστήμια της χώρας μας, αν η Πολιτεία εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις της προς αυτά.

Ως Συμβούλιο Διοίκησης ενός εμβληματικού και ιστορικού Ιδρύματος είμαστε υποχρεωμένοι έναντι της κοινωνίας να δηλώσουμε καθαρά ότι η συνέχιση της συγκεκριμένης πολιτικής οδηγεί αναπόφευκτα σε υποβάθμιση του επιπέδου των σπουδών που παρέχει το ΕΜΠ και των Διπλωμάτων που αυτό απονέμει, αλλά και σε άμεσο κίνδυνο απώλειας της θέσης που έχει κατακτήσει στις δι­εθνείς κατατάξεις. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ανώτατη Τεχνολογική Εκπαίδευση της οποίας οι αποδόσεις είναι ευθέως συναρτημένες με τις κατάλληλες υλικοτεχνικές υποδομές, όπως αποδεικνύει η διεθνής εμπειρία.

Τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης του ΕΜΠ απευθύνουν δραματική έκκληση στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, να εγκύψουν άμεσα στο πρόβλημα και να δώσουν γεν­ναίες, πειστικές και χειροπιαστές λύσεις. Σε διαφορετική περίπτωση η συνεχής εκ μέ­ρους τους επίκληση της πρόθεσης ενίσχυσης του ρόλου του Δημοσίου Πανεπιστημίου καθίσταται κενή περιεχομένου και  το Δημόσιο Πανεπιστήμιο οδηγείται αναπόφευκτα σε μαρασμό και απαξίωση και, εκ των πραγμάτων, η συνταγματική αποστολή του για προσ­φορά στον Ελληνικό Λαό εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου υψηλού επιπέδου θα παραδοθεί σε άλλες δομές (όπως τα υπό ίδρυση ιδιωτικά ΑΕΙ, θέμα επί του οποίου το Συμβούλιο Διοίκησης του ΕΜΠ δεσμεύεται να πάρει θέση, ευθύς ως τα μέλη του ενη­­με­ρωθούν επί του ακριβούς περιεχομένου του σχεδίου νόμου που προτίθεται να κα­ταθέσει η κυβέρνηση).

ΠΗΓΗ